Powered By Blogger

Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Η καταστροφή που μας απειλεί και πώς να την αποφύγουμε

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΖΑΚΗ




Όταν μιλάμε για κρίση σήμερα στην Ελλάδα, είτε το θέλουμε, είτε όχι, είμαστε υποχρεωμένοι να μιλήσουμε πρώτα απ’ όλα για το δημόσιο χρέος. Αν δεν απαντήσεις σήμερα στο πρόβλημα του δημόσιου χρέους, δεν μπορείς να απαντήσεις πειστικά σε τίποτε, ούτε στα εργασιακά, ούτε στα μισθολογικά, ούτε στα ασφαλιστικά, ούτε στο ξεπούλημα των πάντων. Κι αυτό γιατί όλα αυτά, αλλά κι αυτά που έρχονται, πηγάζουν από το πρόβλημα του δημόσιου χρέους. Η ίδια η κρίση έχει επικεντρωθεί στην κατάσταση του χρέους.
Υπάρχει πρόβλημα με το δημόσιο χρέος ή όλα όσα λέγονται αποτελούν πρόσχημα, μπλόφα ή φόβητρο; Σαφώς και υπάρχει. Η εξυπηρέτηση του δημόσιου δανεισμού έχει φτάσει να αποτελεί το 35% του ΑΕΠ το 2009. Πράγμα που ισοδυναμεί σχεδόν το σύνολο των μισθών που πληρώνει κάθε χρόνο η ελληνική οικονομία. Ισοδυναμεί με πάνω από το 140% των δημοσίων εσόδων και σχεδόν με το διπλάσιο των εισπράξεων της χώρας από τις εξαγωγές της. Καμιά άλλη χώρα στον κόσμο δεν έχει φτάσει σ’ αυτό το έσχατο σημείο εξυπηρέτησης του δημόσιου δανεισμού της.
Η χώρα εδώ και χρόνια έχει οδηγηθεί σε μια κατάσταση όπου η επιβίωσή της εξαρτάται από το αν και κατά πόσο μπορεί να βρει δάνεια για να εξυπηρετήσει το χρέος της. Την τελευταία δεκαετία η χώρα δανείστηκε κοντά στα 490 δις ευρώ από τα οποία το 97% πήγε στην εξυπηρέτηση παλιότερων δανείων, ενώ μόνο το 3% πήγε στην κάλυψη του δημοσιονομικού ελλείμματος. Με άλλα λόγια δανειζόμαστε για να ξεπληρώνουμε παλιότερα χρέη.

Τέλος η δυναμική του δημόσιου δανεισμού είναι τέτοια που είναι αδύνατον να αποπληρωθεί ότι κι αν γίνει. Είναι χαρακτηριστικό ότι την τελευταία δεκαετία η συνολική εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους στοίχισε γύρω στα 450 δις ευρώ, δηλαδή τα έσοδα 8 προϋπολογισμών του 2009. Παρόλα αυτά αντί το δημόσιο χρέος να αναχαιτιστεί, να μειωθεί ή τέλος πάντων να σταθεροποιηθεί, αυτό αυξήθηκε κατά 155 δις ευρώ. Κι αυτό σε μια περίοδο χαμηλών σχετικά επιτοκίων δανεισμού για την Ελλάδα.
Με βάση τις προβλέψεις του «μνημονίου» που ψήφισε η κυβέρνηση και με την προϋπόθεση ότι όλοι οι στόχοι που έχουν τεθεί από την «τρόικα» θα επιτευχθούν, το δημόσιο χρέος της χώρας όχι μόνο δεν θα συγκρατηθεί, αλλά θα αυξηθεί σημαντικά και θα φτάσει στο τέλος της τριετίας το 167% του ΑΕΠ, από 125% που είναι σήμερα. Με άλλα λόγια ο λαός και η χώρα ρίχνεται στον καιάδα του ΔΝΤ και της ΕΕ με μόνο σίγουρο αποτέλεσμα την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του δημόσιου χρέους.
Τότε ποιος είναι ο στόχος αυτού του καθεστώτος κατοχής; Να τεθεί η χώρα σε μια ιδιότυπη «καραντίνα» για να μην επεκταθεί η αποκαλούμενη «μόλυνση» και στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης. Το κύριο ενδιαφέρον της «τρόικας» δεν είναι η αποκατάσταση της οικονομίας της χώρας, αλλά η προστασία των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών και του ευρώ.
Γιατί; Διότι οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες κατέχουν πάνω από το 75% των ελληνικών ομολόγων και δεν θέλουν ν’ ακούσουν λέξη για τυχόν αδυναμία της Ελλάδας να συνεχίσει να πληρώνει τα χρέη της.
Ενώ η δύναμη του ευρώ εξαρτάται άμεσα από τη δυνατότητα των μεγάλων τραπεζών και των επενδυτών στην ευρωζώνη να συνεχίσουν να κερδοσκοπούν με τα ομόλογα και τα παράγωγα χρέους, που ο όγκος τους για το 2009 ήταν σχεδόν διπλάσιος από το συνολικό ΑΕΠ της ευρωζώνης.
Επομένως, η ΕΕ και το ΔΝΤ ήρθε για να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα δεν θα σταματήσει να πληρώνει τα χρέη της, έστω κι αν πεινάσει ο λαός της, έστω κι αν η χώρα διαλυθεί και ξεπουληθεί στο σύνολό της.
Όσο οι διεθνείς αγορές ήταν ανοιχτές για την χρηματοδότηση του χρέους, όσο οι διεθνείς τράπεζες και οι επενδυτές επιδείκνυαν ασίγαστη όρεξη για αγορά ομολόγων κρατικού χρέους, η εκτίναξη του δημόσιου δανεισμού δεν απασχολούσε κανέναν. Ούτε κυβερνήσεις, ούτε «ειδικούς», ούτε τραπεζίτες, οι οποίοι κέρδιζαν τεράστια ποσά από την κερδοσκοπία με τα ομόλογα. Όλοι είχαν υιοθετήσει το νεοφιλελεύθερο δόγμα που ήθελε την αγορά των δανείων να αυτορυθμίζεται χωρίς να οδηγεί σε κρίσεις και κραχ. Μόνο κάποιες περιοδικές «διαστολές» και «συστολές» αναγνώριζαν, που όμως δεν ήταν ικανές να αντιστρέψουν την ανιούσα των αγορών. Το χρέος ήταν απλά μια ακόμη αγορά, η οποία στο βαθμό που κρατιόταν ελεύθερη από παρεμβάσεις και ελέγχους δεν είχε κανένα λόγο να οδηγήσει σε συντριβή. Κι επομένως δεν υπήρχε κανένας λόγος να απασχολείται κανείς με το ύψος και τη δυναμική του χρέους, παρά μόνο με το κόστος δανεισμού.
Αυτό πίστευαν οι ιεροκύρηκες της σύγχρονης οικονομικής θεολογίας. Και ήταν τόσο πειστικοί που κατόρθωσαν να πείσουν και αρκετούς στην αριστερά. Γι’ αυτό και βλέπουμε σήμερα τέτοια αμηχανία στην αριστερά απέναντι στο χρέος. Πολλοί μάλιστα, ακόμη και στην ριζοσπαστική αριστερά, πίστεψαν – τουλάχιστον στην αρχή – ότι πρόβλημα δημόσιου χρέους δεν υπάρχει, μόνο πρόβλημα επιτοκίων και όρων δανεισμού. Κι επομένως το γεγονός ότι καταλήξαμε στα νύχια του ΔΝΤ, της ΕΕ και του καθεστώτος κατοχής δεν ήταν παρά μια μεγάλη συνωμοσία της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης.
Ανεξάρτητα από τους σχεδιασμούς της ολιγαρχίας που σίγουρα υπήρξαν και υπάρχουν, το ελληνικό κράτος βρίσκεται υπό καθεστώς δημοσιονομικής χρεωκοπίας εδώ και χρόνια.
Τι σημαίνει όμως χρεωκοπία;
Από δημοσιονομική σκοπιά χρεωκοπία σημαίνει την πλήρη αδυναμία του κράτους να εξυπηρετήσει το χρέος του. Η Ελλάδα βρίσκεται ήδη σ’ αυτή την κατάσταση επίσημα από την 6η Μαΐου που ψηφίστηκε το γνωστό «μνημόνιο». Το μόνο που λείπει για να ολοκληρωθεί η χρεωκοπία και μαζί της η καταστροφή, είναι η επίσημη πτώχευση, η οποία ήδη προετοιμάζεται από την ΕΕ, το ΔΝΤ και την κυβέρνηση. Είναι απλά θέμα χρόνου.
Από ταξική σκοπιά χρεωκοπία σημαίνει ότι το κράτος και η χώρα συνολικά έχει παραδοθεί στους δανειστές της. Αν ήταν σωστό αυτό που έγραφε ο Μαρξ ότι το κρατικό χρέος συνιστά την ανοιχτή εξαγορά του κράτους από μια χρηματιστική αριστοκρατία, τότε χρεωκοπία σημαίνει την πλήρη άλωση του κράτους από αυτήν την χρηματιστική αριστοκρατία.
Από την σκοπιά του μεγάλου κεφαλαίου, χρεωκοπία σημαίνει ότι ολόκληρο το κυρίαρχο σύστημα αδυνατεί να αναπαραχθεί ως τέτοιο. Αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι δεν υπάρχουν υπερκέρδη ή ότι ο πλούτος της χώρας δεν είναι συσσωρευμένος σε λίγα χέρια. Όμως αυτό δεν αρκεί. Για να λειτουργήσει ο καπιταλισμός  χρειάζεται ο πλούτος αυτός να παράγει νέο πλούτο για τον κάτοχό του κι αυτός ο πλούτος πρέπει να αξιοποιείται στην αγορά με συμφέροντες όρους γι’ αυτούς που τον κατέχουν.
Αυτό πια δεν μπορεί να γίνει για τον ελληνικό καπιταλισμό. Το δημόσιο χρέος απορροφά τους πιο ζωτικούς πόρους της οικονομίας και αναιρεί τη δυνατότητα μιας ομαλής αναπαραγωγής και συσσώρευσης του κεφαλαίου στο εσωτερικό της χώρας.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι η χώρα, από τη σκοπιά του μεγάλου κεφαλαίου, δεν μπορεί πλέον να παράγει ικανοποιητικά ποσοστά κέρδους – παρά μόνο αν οι κορυφές της ντόπιας ολιγαρχίας συνασπιστούν με τους ξένους δανειστές, με τη διεθνή χρηματιστική ολιγαρχία.
Το ντόπιο μεγάλο κεφάλαιο δεν μπορεί πια να αξιοποιήσει τη χώρα ούτε ως ασφαλές καταφύγιο υψηλής κερδοφορίας, όπως συνέβαινε μέχρι χθες, ούτε ως ορμητήριο επιδρομών στις εξωτερικές αγορές για την αποκόμιση πρόσθετου κέρδους. Η χώρα του είναι πια άχρηστη και την εγκαταλείπει στην τύχη της. Το μόνο που διεκδικεί είναι μερίδιο στη λεηλασία της χώρας και του λαού από το καθεστώς κατοχής που οικοδομεί ήδη το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο και τα όργανά του, η ΕΕ, η ΕΚΤ και φυσικά το ΔΝΤ.
Από πολιτική σκοπιά χρεωκοπία σημαίνει ότι το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα δεν μπορεί πλέον να διατηρήσει τα κοινωνικά ερείσματα και τις συμμαχίες του με βάση τις οποίες κατόρθωνε να επιβιώνει και να αναπαράγεται. Σημαίνει ότι το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα αποδιαρθρώνεται, σαπίζει και καταρρέει μπροστά στα μάτια ολόκληρου του λαού.
Τέλος χρεωκοπία σημαίνει ότι στα πλαίσια της παγκόσμιας αγοράς η χώρα μπορεί να παράγει πρόσθετο κέδρος μόνο ή κύρια μέσα από τη διάλυσή της, μέσα από το ξεπούλημά της, μέσα από την επιβολή καθεστώτος αναγκαστικής εκποίησης των πάντων, όπου όλα είναι ανοιχτά.
Από την σκοπιά της εργατικής τάξης και του λαού χρεωκοπία δεν σημαίνει μόνο μια πρωτοφανή επίθεση στα εισοδήματα, τα δικαιώματα και τις συνθήκες εργασίας το. Σημαίνει πρώτα και κύρια την οικονομική, κοινωνική και πολιτική χρεωκοπία του συστήματος ως τέτοιο.
Σήμερα δεν χρειάζεται κανείς να επιχειρηματολογήσει για την επικείμενη χρεωκοπία του συστήματος με θεωρητικά και πολιτικά επιχειρήματα. Μπροστά στα μάτια όλων το σύστημα χρεωκοπεί με τόσο επιδεικτικό τρόπο που αναγκάζει ακόμη και τους επίσημους εκπροσώπους της άρχουσας τάξης να το παραδεχτούν. Δεν αφήνει κανένα περιθώριο ακόμη και στον πιο πολιτικά αδιάφορο εργαζόμενο να μην αντιληφθεί ότι για να σωθεί αυτός και η χώρα, πρέπει να ξεμπερδέψει όχι απλά με την μια ή με την άλλη πολιτική του κεφαλαίου, αλλά με ολόκληρο το σύστημα ως σύνολο.
Παρόλα αυτά γίνεται μια τεράστια προσπάθεια να υποβαθμιστεί το ζήτημα του δημόσιου χρέους, να θεωρηθεί ως ένα από τα πολλά ζητήματα της κρίσης ή τέλος πάντων μια εκδήλωση της δημοσιονομικής κατάστασης του κράτους. Επομένως το όλο πρόβλημα επικεντρώνεται στις πολιτικές αντιμετώπισης του χρέους και των ελλειμμάτων. Κι έτσι έχουμε τόσο από την κυρίαρχη προπαγάνδα, όσο και από μέρος της αριστεράς μια ουσιαστικά ταυτόσημη προσέγγιση στο ζήτημα του δημόσιου χρέους, που το αντιλαμβάνεται ως ένα απλό παράγωγο της πολιτικής του κράτους.
Έτσι η μεν κυβέρνηση και η κυρίαρχη πολιτική ζητάει θυσίες για να αντιμετωπισθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα, ενώ κάποιοι στην αριστερά συζητούν μόνο την πολιτική επίθεσης στο λαϊκό και εργατικό εισόδημα, στις συντάξεις και τις εργασιακές σχέσεις. Όλα τα υπόλοιπα αφήνονται στην έννοια καπιταλισμός.
Το αποτέλεσμα είναι μια αντιπαράθεση δεξιάς-αριστεράς κυρίως για τα μέτρα και τις συνέπειές τους κι όχι για την ταμπακέρα, δηλαδή για το δημόσιο χρέος και το καθεστώς χρεωκοπίας.
Στην ιστορία της Ελλάδας έχουν υπάρξει τέσσερεις έως σήμερα επίσημες χρεωκοπίες. Η τελευταία ήταν το 1932, την οποία οι απολογητές του βενιζελισμού κατόρθωσαν να την εξαφανίσουν ή να την υποβαθμίσουν τόσο, ώστε να υπάρχουν σήμερα οικονομολόγοι και μάλιστα της αριστεράς, που να την θεωρούν ως ένα συγκυριακό γεγονός και τέλος πάντων κάτι χωρίς ιδιαίτερα σοβαρές συνέπειες. Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι η χρεωκοπία εκείνη οδήγησε σε μια τρομακτική εξαθλίωση το λαό και προπαντός την εργατική τάξη. Ενώ στο έδαφός της γεννήθηκε και το φασιστικό φαινόμενο με αποκορύφωμα το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Τις συνέπειές της τις πληρώνουμε ακόμη και σήμερα μιας σημαντικό μέρος των δανείων για τα οποία επιβλήθηκε αναγκαστικό χρεοστάσιο της εποχής εκείνης, το ελληνικό δημόσιο συνεχίζει να το πληρώνει ακόμη και σήμερα.
Ωστόσο την εποχή εκείνη είχαμε ένα ισχυρό αριστερό δημοκρατικό κίνημα που απάντησε με το αίτημα της ακύρωσης των χρεών και χτύπησε στην καρδιά του το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό σύστημα της εποχής. Σ’ αυτό το κίνημα ανήκαν και μια σειρά επιφανείς οικονομολόγοι της εποχής, όπως ο Αλέξανδρος Διομήδης, πρώτος διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο Δημήτρης Καλλιτσουνάκης, ο Δημήτρης Στεφανίδης, κ. ά., που παρά το γεγονός ότι δεν ανήκαν στην αριστερά άφησαν ένα εξαιρετικά σημαντικό έργο για να κατανοήσουμε το πρόβλημα του χρέους και τη σημασία του αιτήματος της ακύρωσής του όταν η έξαρσή του όπως σήμερα απειλεί να συνθλίψει τη χώρα και το λαό της. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί από αυτούς βρέθηκαν τελικά στις γραμμές του ΕΑΜ να παλεύουν για την λαϊκοδημοκρατική αναγέννηση της Ελλάδας μετά την κατοχή.
Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της επίσημης αριστεράς βρίσκεται πολύ πιο πίσω ακόμη και από τις τοποθετήσεις αυτών των παλιών επιφανών οικονομολόγων του κατεστημένου.
Όταν όμως μιλάμε για δημόσιο χρέος θα πρέπει να ξεκαθαρίζουμε σε τι πράγμα αναφερόμαστε.
Δεν είναι όλα τα χρέη ίδια. Άλλο το ιδιωτικό χρέος και άλλο το δημόσιο χρέος, που ορισμένοι συνηθίζουν δυστυχώς να τα βάζουν στο ίδιο τσουβάλι και να βγάζουν ότι πιο παράδοξο συμπέρασμα θέλουν.
Δεν είναι επίσης όλα τα δημόσια χρέη ίδια. Άλλο το δημόσιο χρέος που το μεγαλύτερο μέρος του είναι εσωτερικό και εκφρασμένο σε εθνικό νόμισμα και άλλο το δημόσιο χρέος που κατά κύριο λόγο είναι εξωτερικό και εκφρασμένο σε σκληρό ξένο νόμισμα. Το μεν πρώτο είναι γενικά διαχειρίσιμο, το δε δεύτερο είναι εκείνο που κατά κανόνα οδηγεί τα κράτη στην χρεωκοπία.
Δεν είναι τα δημόσια χρέη όλων των χωρών ίδια. Άλλο το δημόσιο χρέος μιας μεγάλης ιμπεριαλιστικής χώρας, όπως των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Βρετανίας, με δεσπόζουσα θέση και κυρίαρχο ρόλο στην παγκόσμια οικονομία. Και άλλο το δημόσιο χρέος μιας χώρας εξαρτημένης και περιθωριακής στην παγκόσμια οικονομία σαν της Ελλάδας. Άλλη σημασία έχει το δημόσιο χρέος μιας χώρας με μεγάλα πλεονάσματα στην οικονομία της κι άλλη σημασία έχει το δημόσιο χρέος για μια χώρα με τρομακτικά παραγωγικά ελλείμματα στην οικονομία της, όπως είναι της Ελλάδας.
Τέλος, δεν είναι όλοι τρόποι δανεισμού του δημοσίου ίδιοι. Άλλο πράγμα είναι ο δανεισμός μέσα από μια διακρατική σύμβαση ή μέσα από μια δανειακή σύμβαση με έναν τραπεζικό όμιλο και εντελώς άλλο πράγμα είναι ο δανεισμός μέσα από τη διεθνή αγορά ομολόγων. Ήδη από την εποχή του Άνταμ Σμιθ ήταν καθαρό ότι ο δανεισμός με ομόλογα ήταν ο πιο κερδοσκοπικός και πιο δύσκολα διαχειρίσιμος τρόπος δανεισμού του κράτους. Γι’ αυτό και ο ίδιος ο Άνταμ Σμιθ, όπως και ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, τάσσονταν υπέρ της μονομερούς διαγραφής των κρατικών χρεών όταν το δημόσιο χρέος ήταν αδύνατο να αποπληρωθεί. Όπως αργότερα και ο Καρλ Μαρξ που το θεωρούσε ως ένα από τα πιο σημαντικά εργατικά δημοκρατικά αιτήματα.
Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Διότι για να διατυπώσει κανείς αίτημα και πολιτική που απαντά στο πρόβλημα του χρέους και της χρεωκοπίας από τη σκοπιά των συμφερόντων του λαού και των εργαζομένων οφείλει να ξέρει επακριβώς τι έχει να αντιμετωπίσει. Οφείλει να ξέρει με τι έχει να κάνει. Διαφορετικά η απάντησή του θα εκφράζει στην καλύτερη περίπτωση το αγαθό των προθέσεών του και τίποτε περισσότερο.
Επομένως όταν σήμερα μιλάμε για απάντηση στο δημόσιο χρέος και κάποιοι προτάσσουν ως μετριοπαθές μέτρο την αναδιαπραγμάτευση του χρέους με ή χωρίς παύση πληρωμών, έναντι της πιο ριζοσπαστικής υποτίθεται λύσης της απευθείας άρνησης και ακύρωσης της πληρωμής του χρέους, όπως προτείνει ο υποφαινόμενος, στην καλύτερη περίπτωση δεν ξέρουν γιατί μιλάνε.
Το αίτημα της άρνησης της πληρωμής του χρέους δεν είναι ένα επαναστατικό ή σοσιαλιστικό μέτρο, αλλά ένα βαθιά λαϊκό δημοκρατικό μέτρο που απαντά όχι μόνο στην αδυναμία της αποπληρωμής του σημερινού δημόσιου χρέους της χώρας, αλλά και στον χαρακτήρα αυτού του χρέους. Δηλαδή στο γεγονός ότι ανήκει – τουλάχιστον κατά 75% – σε διεθνείς κερδοσκόπους και τοκογλύφους κατόχους ομολόγων που δεν μπαίνουν σε καμμιά διαπραγμάτευση εκτός κι αν τους συμφέρει.
Αυτό δείχνει η εμπειρία 286 επίσημων χρεωκοπιών κρατών από το 1824 έως το 2009. Δεν υπήρξε ούτε μια περίπτωση που κάποιο κράτος να ανάγκασε σε συμβιβασμό τους ομολογιούχους του χρέους του μέσα από διαπραγματεύσεις και κραδαίνοντας την απειλή της παύσης των πληρωμών. Δεν υπήρξε ούτε μια περίπτωση που ένα κράτος να μπήκε σε διαδικασία αναδιαπραγμάτευσης του χρέους του και να την έβγαλε καθαρή. Να πέτυχε δηλαδή να απαλλαγεί από τα αρπακτικά που κατέχουν τα ομόλογα του χρέους του. Ούτε μία περίπτωση.
Γι’ αυτό και μου κάνει μεγάλη εντύπωση η ευκολία με την οποία κάποιοι – ακόμη και μέσα στην λεγόμενη ριζοσπαστική αριστερά – διολισθαίνουν στη λογική της αναδιαπραγμάτευσης.
Τα λέμε όλα αυτά γιατί το χρέος της Ελλάδας δεν αντιμετωπίζεται με αναδιαπραγμάτευση. Είναι τέτοιο το χρέος και βρίσκεται σε τέτοια χέρια που δεν ξεμπερδεύει εύκολα κανείς με απειλές και διαπραγματεύσεις, ακόμη κι αν δεχτεί ότι αυτοί που το προτείνουν έχουν τις καλύτερες των προθέσεων. Προσωπικά δεν θα ήθελα να βρίσκομαι στη θέση κανενός απ’ αυτούς που υποστηρίζουν αναδιαπραγμάτευση με ή χωρίς παύση πληρωμών όταν αντιληφθεί ο κόσμος -αφού η κυβέρνηση έχει προχωρήσει υπό καθεστώς ομηρίας και κατοχής του ΔΝΤ σε παύση πληρωμών, "κούρεμα" κατά 30, 50, ή και 70% του χρέους, όπως ακούγεται, και αναδιάρθρωσή του- την παγίδα που του έστησαν από άγνοια ή σκοπιμότητα. Ούτε ψήλος στον κόρφο τους.
Αυτό που φοβάμαι ότι διαφεύγει ακόμη κι από όσους υποστηρίζουν την άρνηση της πληρωμής του χρέους, ίσως γιατί δεν έχουν τριβή με το θέμα, είναι ότι το καίριο ζήτημα δεν είναι η παύση πληρωμών, αλλά η αναγνώριση η μη του χρέους. Από την στιγμή που θα κάνεις το λάθος να το αναγνωρίσεις, είτε προχωρήσεις σε παύση πληρωμών και διαπραγμάτευση, είτε σε μερική ή ολική διαγραφή του χρέους, την έχεις πατήσει. Γιατί αναγνώριση του χρέους σημαίνει αναγνώριση των έννομων δικαιωμάτων των ομολογιούχων πάνω στη χώρα σου. Σημαίνει ότι τους αναγνωρίζεις το δικαίωμα να σε κυνηγάνε εσαεί για τα ομόλογα που έχουν στα χέρια τους. Σημαίνει ότι απεμπολείς το όπλο του "απεχθούς χρέους" με βάση το διεθνές δίκαιο, καθώς και το θεμελιώδες δικαίωμα του λαού σου στη δική του αυτοδιάθεση και κυριαρχία, η οποία δεν μπορεί να απειλείται από καμμιά ξένη δύναμη, οικονομική, πολιτική, ή στρατιωτική.
Αυτός είναι ο λόγος που, σύμφωνα με την άποψή μου, το κεντρικό ζήτημα της άρνησης της πληρωμής του χρέους δεν είναι η παύση πληρωμών και η διαπραγμάτευση ή μη, η μερική ή ολική διαγραφή του χρέους, αλλά η μη αναγνώριση του χρέους και των υποχρεώσεών του από τον λαό, ως χρέος "απεχθές", ως μοχλός κατάλυσης της κυριαρχίας της χώρας. Από εκεί και πέρα φυσικά μπορεί να δει κανείς κατά περίπτωση τι θα κάνει κατά περίπτωση. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι καμιά απαίτηση δεν θα υπονομεύσει την πορεία του λαού, δεν θα υποθηκεύσει το μέλλον του και ούτε θα θέσει τη χώρα υπό καθεστώς ομηρίας.
Τέλος, η άρνηση πληρωμής του χρέους είναι μόνο η αρχή, η αναγκαία αφετηρία για μια άλλη ριζικά διαφορετική πορεία που απαιτεί:
1.              Απαλλαγή της χώρας από το καθεστώς της νέας κατοχής από την ΕΕ και το ΔΝΤ, κατάργηση του άθλιου «μνημονίου» που έχει υπογράψει και νομοθετήσει η κυβέρνηση. Ανατροπή της «δανειακής σύμβασης» που θέτει ολόκληρη τη χώρα και τον πληθυσμό της στη διάθεση των δανειστών.
2.              Άνοιγμα όλων των δημόσιων λογαριασμών του κράτους ώστε να δούμε τι έγιναν τα λεφτά, τι κρύβουν οι συμβάσεις δανεισμού και ποιος επωφελήθηκε από αυτές. Έτσι ή αλλιώς η δημόσια διαχείριση απαιτεί δημοσιότητα και δημόσια πρόσβαση σε όλες τις πράξεις και τα δεδομένα του κράτους μέσα από την κατάργηση των στεγανών και των απορρήτων. Το δημόσιο έγγραφο πρέπει να γίνει πραγματικά δημόσιο, δηλαδή προσβάσιμο σε όλους.
3.              Κατάργηση κάθε έννοιας παραγραφής και ασυλίας για όλους όσους διαχειρίστηκαν και διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα. Και μάλιστα με αναδρομική ισχύ. Όποιος, πολιτικός ή επιχειρηματίας, κόμμα ή επιχείρηση, έβαλε χέρι ή συνέργησε στη λεηλασία του δημόσιου πλούτου θα πρέπει να φυλακιστεί και η περιουσία του να δημευθεί.
4.              Έξοδο από τη ζώνη του ευρώ. Όσο η χώρα βρίσκεται μέσα στην ΟΝΕ είναι εκτεθειμένη σε κάθε είδους πιέσεις, στους εκβιασμούς και στις επιδρομές της διεθνούς κερδοσκοπίας και λειτουργεί ως αναλώσιμο είδος για τα διευθυντήρια της ευρωζώνης. Ειδικά σήμερα που η ΕΕ μετεξελίσσεται σε μια πρωτοφανή ζώνη τραπεζικού ολοκληρωτισμού, όπου όλες οι οικονομικές λειτουργίες του κράτους μεταφέρονται στην εποπτεία της ΕΚΤ και των μεγάλων τραπεζιτών.
5.              Εθνικοποίηση των μεγάλων τραπεζών με πρώτη την Τράπεζα της Ελλάδας για να αποκτήσουμε τον έλεγχο της οικονομίας, να ξεριζώσουμε τον σαράφικο και τοκογλυφικό χαρακτήρα της πιστωτικής πολιτικής και επιβάλλουμε αυστηρούς ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων.
6.              Ανάδειξη του κράτους σε βασικό μοχλό της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας με πρώτη την εθνικοποίηση των παλιών ΔΕΚΟ και υπηρεσιών που ιδιωτικοποιήθηκαν. Ένα κράτος που πρέπει να πάψει να αποτελεί φέουδο μιας παρασιτικής οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας η οποία σήμερα κυβερνά τη χώρα.
7.              Παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μέσα από μια γενναία αναδιανομή πλούτου και εισοδημάτων υπέρ των εργαζομένων, των ατομικών παραγωγών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Η βασική έμφαση της ανάπτυξης πρέπει να μετατοπιστεί από τις μεταπρατικές υπηρεσίες, όπως είναι σήμερα, στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας με ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης της οικονομίας, η οποία είναι και η μόνη που μπορεί να προσφέρει θέσεις μόνιμης και σταθερής εργασίας, καθώς και αμοιβές αντίστοιχες με τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων.
8.              Την αλλαγή του μονομερούς προσανατολισμού της χώρας και την απαλλαγή της από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά που της έχουν επιβληθεί. Χρειάζεται η χώρα και ο λαός να ανοιχτούν επιτέλους στη διεθνή ζωή, να αξιοποιήσουν δυνατότητες και ευκαιρίες μέσα από την αναζήτηση νέων διεθνών ερεισμάτων, επαφών και σχέσεων με όλους τους λαούς της Ευρώπης και του κόσμου, δίχως ανισότιμες σχέσεις, δίχως καταναγκασμούς, επιβολές και μονοπωλιακές εξαρτήσεις.
Η μάχη που καλείται να δώσει σήμερα ο εργαζόμενος, ο αγρότης, ο μικρομεσαίος, ο επαγγελματίας, ο νέος δεν είναι μόνο ή απλά της δικής του προσωπικής επιβίωσης. Κανείς δεν μπορεί να τη βγάλει καθαρή από μόνος του. Ειδικά στις σημερινές συνθήκες. Κανείς δεν μπορεί να γλυτώσει από αυτό που έρχεται. Σήμερα κανένας δεν μπορεί να διασώσει το βιοπορισμό του δίχως να παλέψει για τη σωτηρία συνολικά της χώρας. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Δεν υπάρχουν πια άλλα περιθώρια για το «άσε πρώτα να δούμε τι θα γίνει και ύστερα βλέπουμε.» Ή οι εργαζόμενοι και ολόκληρος ο λαός παίρνει την υπόθεση στα χέρια του και αναλαμβάνει δράση για τη διάσωση της χώρας, ή θα ζήσουμε καταστάσεις που έχουμε γνωρίσει μόνο στις πιο σκοτεινές σελίδες της ιστορίας μας.
Ήδη η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Κάθε ημέρα που αφήνουμε να περνάει τόσο περισσότερο η χώρα βυθίζεται στο απόλυτο τέλμα που την έχει δρομολογήσει το καθεστώς κατοχής και οι ντόπιοι σύγχρονοι δωσίλογοι.
Η διάσωση της χώρας δεν μπορεί να επιτευχθεί με τον λαό στον «γύψο» ούτε με «οικουμενικές» ή «υπερκομματικές» κυβερνήσεις εκφασισμού της πολιτικής ζωής. Η διέξοδος από την κρίση απαιτεί περισσότερη και όχι λιγότερη δημοκρατία.
Απαιτεί τον λαό στο προσκήνιο, όχι θεατή και θύμα των εξελίξεων.
Απαιτεί μια νέα εξουσία με τον λαό στα κέντρα των αποφάσεων και όχι ένα διεφθαρμένο σύστημα κυβερνητικής απολυταρχίας.
Απαιτεί την κατάκτηση της δημοκρατίας μέσα από την αυθεντική κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας.
Ποιος μπορεί να το κάνει αυτό;
Μόνο με τη δημιουργία ενός μεγάλου κοινωνικοπολιτικού μετώπου ολόκληρου του λαού για τη διάσωση της χώρας μπορούμε να ξεφύγουμε από τον καταθλιπτικό μονόδρομο της καταστροφής, της λεηλασίας και της υπερχρέωσης.
Ένα τέτοιο μέτωπο δεν είναι υπόθεση απλώς και μόνο ορισμένων οργανώσεων, ή κομμάτων, αλλά αφορά το σύνολο του λαού πέρα και πάνω από κομματικές τοποθετήσεις και εξαρτήσεις. Ένας ενωμένος και αποφασισμένος λαός δεν έχει να φοβηθεί τίποτε και κανέναν, δεν μπορεί να τον σταματήσει καμμιά απειλή, κανένα αντίποινο των αγορών. Όποτε ο λαός αποφάσισε να ενωθεί και να διεκδικήσει τα δίκαιά του δεν υπήρξε καμμιά αντιξοότητα, καμμιά δύναμη που να στάθηκε εμπόδιο στο δρόμο του.
Αντίθετα οι αγορές, οι τραπεζίτες, οι κερδοσκόποι και το πολιτικό τους προσωπικό είναι εκείνοι που έχουν κάθε λόγο να φοβούνται. Και είναι αλήθεια ότι τρέμουν σήμερα στην ιδέα μιας αυθεντικής λαϊκής αφύπνισης. Όχι μόνο γιατί ένας αποφασισμένος και ενωμένος λαός δεν υπήρξε ποτέ εύκολος αντίπαλος για την αντίδραση, αλλά γιατί ξέρουν πολύ καλά ότι ένας τέτοιος αγωνιστής λαός δεν θα βρεθεί μόνος του, απομονωμένος, αλλά σχεδόν αμέσως θα σταθούν δίπλα του, σύμμαχοι και συναγωνιστές, και οι άλλοι λαοί της Ευρώπης, οι Πορτογάλοι, οι Ισπανοί, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί και οι υπόλοιποι που στενάζουν το ίδιο κάτω από την μπότα της υπερεθνικής χρηματιστικής απολυταρχίας.
Τώρα είναι η ώρα για να οικοδομηθεί ένα νέο ΕΑΜ. Μόνο έτσι μπορεί να γεννηθεί μια καινούργια μορφή διακυβέρνησης, μια νέα μορφή εξουσίας που θα βασίζεται απευθείας στους ίδιους τους εργαζομένους, τους νέους, τους μικρομεσαίους, τους αγρότες, δηλαδή στο σύνολο του λαού και θα εκφράζει την πάλη του για μια άλλη, ριζικά διαφορετική πορεία αυτού του τόπου.




Συνολικό Δημόσιο Χρέος και Εξυπηρέτηση 1974-2014 (εκατ. ευρώ)

Σύνολο εξυπηρέτησης χρέους
Συνολικό Δημόσιο Χρέος
% χρέους στο ΑΕΠ
% Εξυπηρέτησης στο ΑΕΠ
1974
34
336
22,5
2,3
1975
43
443
25,4
2,4
1976
55
536
25,1
2,6
1977
67
633
25,5
2,7
1978
85
1.002
33,6
2,8
1979
127
1.158
31,7
3,5
1980
159
1.390
31,1
3,6
1981
243
1.972
36,1
4,4
1982
267
2.724
40,2
3,9
1983
382
3.725
46,4
4,7
1984
611
5.525
49,4
5,5
1985
912
7.845
58,3
6,8
1986
1.315
9.480
59,5
8,3
1987
2.167
11.873
64,5
11,8
1988
3.589
15.798
58,7
13,3
1989
4.354
19.659
61,5
13,6
1990
7.170
27.534
71,4
18,6
1991
14.753
36.200
76,0
30,9
1992
19.070
45.655
82,9
34,6
1993
22.606
68.763
110,9
36,4
1994
28.398
82.444
117,4
40,4
1995
33.356
93.857
117,4
41,7
1996
37.428
106.371
121,1
42,6
1997
39.021
114.570
117,8
40,1
1998
33.652
121.943
115,3
31,8
1999
30.971
129.168
114,7
27,5
2000
29.030
139.184
114,5
21,3
2001
23.347
145.927
111,4
15,9
2002
30.177
157.018
111,1
19,3
2003
32.269
182.390
118,3
18,7
2004
35.430
201.244
120,4
19,1
2005
35.151
215.416
108,5
18,0
2006
34.156
226.218
105,7
16,2
2007
56.696
239.658
105,8
25,0
2008
63.126
262.071
109,6
26,4
2009
77.224
298.524
125,7
32,5
2010
75.900
325.600
140,0
32,9
2011
85.300
342.900
153,1
37,9
2012
88.100
357.900
163,7
40,0
2013
83.300
368.700
168,2
37,7
2014
86.700
374.600
167,8
38,4
Πηγή: Κρατικοί προϋπολογισμοί και Εθνικοί Λογαριασμοί.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου