του Νίκου Στεριανού
Η πολιτική κρίση των τελευταίων ημερών κατέληξε τελικά σε κυβέρνηση αμιγώς ΠΑΣΟΚ ή του όλου ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Παπανδρέουμπορεί να μην τα βρήκε με τον κ. Σαμαρά, τα βρήκε όμως με τον Βενιζέλο. Στο πολιτικό σύστημα- κυρίως όμως στο κυβερνητικό κόμμα- επανήλθε η ηρεμία κι όπως όλα δείχνουν το βράδυ της Τρίτης το νέο κυβερνητικό σχήμα θα πάρει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή. Στο στρατόπεδο της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν μπορεί, επίσης να μην υπάρχει ικανοποίηση. Ο κ. Σαμαράς και το κόμμα του, που προς στιγμήν υποχρεώθηκαν να δεχτούν την περιβόητη συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων, τώρα μπορούν να συνεχίσουν να επενδύουν στην αντιμνημονιακή φιλολογία που δεν χωράει τίποτα περισσότερο από μια πρόταση για αλλαγή των συντελεστών φορολογίας. Αντίθετα οι χαμένοι της συναίνεσης είναι τα κόμματα του κ. Καρατζαφέρη και της κ. Μπακογιάννη που ήλπιζαν πως μια τέτοια εξέλιξη- η συναίνεση δηλαδή του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ.- θα εξάγνιζε το δικό τους αμάρτημα να ψηφίσουν το μνημόνιο. Χαμένη όμως είναι και η Αριστερά που μην αξιολογώντας σωστά την τελευταία πολιτική κρίση σύρθηκε πίσω από το σύνθημα «εκλογές τώρα» έχοντας την εντύπωση ότι η κυβέρνηση καταρρέει και η μόνη σανίδα σωτηρίας του ΠΑΣΟΚ ήταν να συγκυβερνήσει με την Ν.Δ.
Για να λέμε την αλήθεια το πρόβλημα με την Αριστερά δεν είναι ότι αξιολόγησε λάθος την πολιτική συγκυρία αλλά ότι πήγε να απαντήσει σ’ αυτήν με κοινοβουλευτικούς όρους (δημιουργώντας κοινοβουλευτικές αυταπάτες) την ώρα που ο κόσμος βρισκόταν στους δρόμους, την ώρα, κατά συνέπεια, που θα έπρεπε να διαμορφώσει και να προωθήσει μια πολιτική πρόταση με όρους κινήματος. Μια Αριστερά που λέει ότι αντλεί την δύναμή της από το κίνημα- αν εννοεί αυτό που λέει δεν ζητάει εκλογές. Από ποιόν τις ζητάει και τι περιμένει να προκύψει από αυτές; Αν πιστεύει πως ήρθε η ώρα να πέσει η κυβέρνηση και να εκφραστούν- εφόσον στην πραγματικότητα υπάρχουν ή είναι υπό διαμόρφωση- άλλοι συσχετισμοί μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, αν εκτιμάει πως το κίνημα είναι σε θέση να πετύχει άμεσα την ανατροπή του πολιτικού σκηνικού, ζητάει την ανατροπή της κυβέρνησης από το ίδιο το κίνημα. Ενισχύει με όλες της τις δυνάμεις το κίνημα με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης. Αν πάλι εκτιμά πως το κίνημα δεν είναι σε θέση να ανατρέψει την κυβέρνηση ρίχνει όλες της τις δυνάμεις για την συσπείρωση ευρύτερων μαζών πάνω σε στόχους που συγκινούν τους εργαζόμενους και το λαό και φροντίζει να διαμορφώσει τους όρους- το πλαίσιο της πολιτικής πρότασης- που θα καταστήσουν το κίνημα ικανό ώστε στο προσεχές μέλλον να επιχειρήσει την ανατροπή της κυβέρνησης.Ας επιστρέψουμε όμως στο βασικό ζήτημα. Τι σηματοδοτεί η τελευταία πολιτική κρίση και τι συνιστά ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης Παπανδρέου;
Τι φανερώνει η πολιτική κρίση
Το σημαντικό στην πολιτική κρίση των τελευταίων ημερών δεν είναι ούτε η προσπάθεια συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ- Ν.Δ. ούτε τα τηλεφωνήματα μεταξύ Παπανδρέου- Σαμαρά και το περιεχόμενό τους. Η πολιτική κρίση προήλθε από τον συνδυασμό δύο κυρίως παραγόντων. Ο ένας αφορά στα αδιέξοδα της εφαρμοζόμενης πολιτικής του μνημονίου και των όσων ακολουθούν και ο δεύτερος στην τεράστια λαϊκή κινητοποίηση ενάντια σ’ αυτή την πολιτική. Γιατί, τότε, θα ρωτήσετε, ο ανασχηματισμός έφερε προς το παρόν μια ηρεμία στην πολιτική φουρτούνα που προηγήθηκε; Γιατί δεν είχαμε ευρύτερες πολιτικές αλλαγές και ανατροπές; Για τον απλούστατο λόγο- όπως αποδείχνει και η ύστερη πείρα- ότι οι μάζες που κινητοποιούνται, ο λαός που αγανακτεί και βγαίνει στους δρόμους δεν έχει ακόμη αποκτήσει την πολιτική εμπειρία να αξιολογεί τους ελιγμούς στην κεντρική πολιτική σκηνή. Δεν είναι απελευθερωμένους από αυτούς. Αντιλαμβάνεται ότι η εφαρμογή του μνημονίου, του μεσοπρόθεσμου και όσων θα ακολουθήσουν κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση απ’ αυτή των συμφερόντων του- γι’ αυτό άλλωστε κινητοποιείται- αλλά μπορεί να δώσει, ακόμη, πίστωση χρόνου σε νέα πρόσωπα με την ελπίδα ότι θα ελαφρύνουν κάπως το βάρος που πέφτει πάνω του. Προς το παρόν, η εφαρμοζόμενη πολιτική γίνεται αντιληπτή προσωποποιημένα. Καταγράφεται στη συνείδηση των λαϊκών μαζών αρνητικά αλλά το κύριο βάρος της αρνητικής καταγραφής της ταυτίζεται με τα πρόσωπα που την εφαρμόζουν, ενώ είναι ακόμη ισχυρές οι αυταπάτες ότι μια κυβερνητική αλλαγή ή μια αλλαγή προσώπων θα επιφέρει και κάποιες, έστω μικρές, αλλαγές στην εφαρμοζόμενη πολιτική. Τις αυταπάτες αυτές τις συντηρεί και τις ενισχύει το γεγονός ότι η κρίση στη συνείδηση των απλών ανθρώπων ταυτίζεται, κυρίως, με το πολιτικό και όχι με το κοινωνικό σύστημα ενώ στις λαϊκές κινητοποιήσεις- εκεί που συγκεντρώνονται οι μεγάλες μάζες- είναι παντελής η έλλειψη ηγεσίας. Το κίνημα των πλατειών δεν έχει ηγεσία, δεν αναγνωρίζει ηγεσία ενώ το συνδικαλιστικό κίνημα, σε όλες τις εκδοχές του, ακολουθεί ηγεσίες που στην συνείδηση των μεγάλων λαϊκών μαζών που κινητοποιούνται, αν δεν είναι φθαρμένες είναι μη αποδεκτές γιατί δεν έχουν πρόταση διεξόδου που να συγκινεί και να συσπειρώνει.
Το θετικό της πραγματικότητας που αναφέραμε είναι ότι ο πολιτικός χρόνος έχει συμπτυχθεί σε τεράστιο βαθμό, οι πολιτικές εξελίξεις εναλλάσσονται με απίστευτες ταχύτητες και οι αυταπάτες των μαζών, μέσα σε τέτοιες συνθήκες, δεν οδηγούν σε αποστράτευση ή αδρανοποίηση αλλά το περισσότερο σε αναμονή, σε συγκέντρωση πείρας και σε νέα ορμή . Έτσι η παρούσα ηρεμία πολύ γρήγορα από άμπωτη μπορεί να μετατραπεί σε πλημμυρίδα. Αυτό το γνωρίζουν όλοι. Το γνωρίζει η κατεστημένη κοινωνική τάξη, το γνωρίζουν τα κόμματα του δικομματισμού, το γνωρίζουν τα συγκροτήματα του Τύπου που κάνουν ότι μπορούν για να μην χαθεί ο έλεγχος. Γι’ αυτό και υπογραμμίζουν σε όλους τους τόνους πως ο ανασχηματισμός είναι η τελευταία ευκαιρία για την κυβέρνηση και ενδεχομένως για την πολιτική πραγματικότητα όπως τη γνωρίζουμε. Ας σταθούμε σε μερικά από αυτά τα δημοσιεύματα.
Το πολιτικό διακύβευμα του ανασχηματισμού όπως το είδε ο Τύπος
Ο Τύπος του Σαββάτου (18/6), της επομένης του ανασχηματισμού, υπογραμμίζει σε όλους τους τόνους ότι το στοίχημα για τη νέα κυβέρνηση Παπανδρέου δεν είναι αν θα περάσει το Μεσοπρόθεσμο και όσα θα ακολουθήσουν, αλλά αν παράλληλα με αυτό θα καταφέρει να ελέγξει το λαϊκό παράγοντα.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στο κύριο άρθρο κάτω από τον τίτλο «Συνεννόηση»,γράφει: «Ο κ. Παπανδρέου πρέπει να αποδείξει ότι τα περί συναίνεσης δεν ήταν πυροτέχνημα και να συνεργασθεί ουσιαστικά με τον κ. Σαμαρά, υιοθετώντας προτάσεις του για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Ο κ. Σαμαράς από την πλευρά του καλό θα ήταν να βάλει πλάτη σε ορισμένες δύσκολες αποφάσεις, για θέματα αποκρατικοποιήσεων και μείωσης του Δημοσίου. Κρίσιμη όμως είναι και η οργάνωση και στελέχωση του οργανισμού που θα αναλάβει τις αποκρατικοποιήσεις έτσι ώστε να μη βουλιάξει το εγχείρημα σε αντεγκλήσεις και κυνήγια μαγισσών περί σκανδάλων. Η συμφωνία τους σε λίγα έστω σημεία θα ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας διεθνώς, αλλά και του πολιτικού συστήματος έναντι της κοινής γνώμης».
Το ΒΗΜΑ ONLINE στο κύριο άρθρο του με τίτλο «Εμπειρίες», υπογραμμίζει: «Για πρώτη φορά, έπειτα από πολλά χρόνια, στο τιμόνι της οικονομίας κάθεται ένα αμιγώς πολιτικό στέλεχος, το οποίο από την πρώτη στιγμή αντιμετωπίζει τη θέση και το πρόβλημα με όρους κοινωνίας και όχι αριθμών. Ότι το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα έχει και τεχνοκρατικές πτυχές κανείς δεν αμφιβάλλει. Ωστόσο έχει αποδειχθεί πως είναι πρωτίστως πολιτικό. Απ’ αυτή την άποψη έχει ενδιαφέρον ότι ο βασικός χειριστής είναι πάνω απ’ όλα πολιτικό ον, που αποδίδει εξαιρετική σημασία στο κλίμα, στην ατμόσφαιρα και έδειξε με τις πρώτες δηλώσεις του να επιδιώκει τον κατευνασμό των παθών και την αποκατάσταση κλίματος αισιοδοξίας».
Η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ στο δικό της κύριο άρθρο- κάτω από τον τίτλο «Άλλα πρόσωπα, ίδιο το μείγμα»-, γράφει: «Η λήψη των νέων οικονομικών μέτρων και, πρωτίστως, οι ιδιωτικοποιήσεις είναι μπροστά μας. Το γνωρίζει ο νέος υπουργός των Οικονομικών, ο οποίος φρόντισε να καταστήσει σαφές, στη χθεσινή παρθενική ομιλία του, ότι θα τηρηθούν οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα. Μπροστά στο νέο υπουργό και σε όλη την κυβέρνηση θα εξακολουθήσει να είναι και η κοινωνική δυσαρέσκεια. Τα πρόσωπα άλλαξαν. Αλλά το μείγμα των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων παραμένει εκρηκτικό».
Τα ΝΕΑ, επίσης, στο κύριο άρθρο τους με τίτλο «Το νέο στοίχημα»σημειώνουν: «Η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με το στοίχημα που οδήγησε στη σύνθεσή της. Και οφείλει να κινήσει πιο γρήγορα τον τροχό προς την υπέρβαση του οικονομικού αδιεξόδου. Φυσικά αυτό δεν θα συμβεί σε κενό αέρος. Όλα πρέπει να γίνουν με το βλέμμα στραμμένο στους πολίτες, ιδιαίτερα τους πιο αδύναμους που δοκιμάζονται. Αυτούς πρέπει να έχουν διαρκώς κατά νουν οι νέοι υπουργοί. Και αυτοί θα τους κρίνουν, αργά ή γρήγορα…».
Ο Αντώνης Καρακούσης στο δικό του άρθρο στο ΒΗΜΑ ONLINE, κάτω από τον τίτλο «Ο παράγων ‘‘ενεργοποιημένος λαός’’», επισημαίνει: «Τώρα καλώς ή κακώς έχει αναδειχθεί ένας καινούργιος πολιτικός παράγοντας τη στάση και τη συμπεριφορά του οποίου αγνοούν οι παλαιές δυνάμεις. Και δεν είναι άλλος από τον παράγοντα του ενεργοποιημένου λαού, ο οποίος έχει κόψει λουριά και σχέσεις, δεν πιστεύει ούτε πείθεται με παλαιού τύπου κινήσεις και επιλογές. Οφείλουν πλέον όλοι να γνωρίζουν, από τον κ. Παπανδρέου και τον κ. Σαμαρά μέχρι τον κ. Βενιζέλο, ότι η εποχή θέλει πολιτικές ολοκληρωμένες και εμπνευσμένες, ηθικά καταξιωμένες και τεχνικά αξιόπιστες και ακριβείς. Τα υπόλοιπα μοιάζουν ατελέσφορα και θνησιγενή».
Ανασχηματισμός προετοιμασίας για την επόμενη ημέρα
Ασφαλώς η νέα κυβέρνηση θα επιχειρήσει να αναχαιτίσει τη λαϊκή αγανάκτηση και να καλλιεργήσει ελπίδες- στο πλαίσιο, βεβαίως, των δυνατοτήτων που έχει. Καταρχήν θα επιχειρήσει να ελαφρύνει κάπως το πακέτο του μεσοπρόθεσμου αναβάλλοντας κάποια εντελώς ανάλγητα μέτρα, όπως η εξίσωση της φορολογίας στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης. Στην πραγματικότητα θα επιδιώξει να ελέγξει την, ούτως ή άλλως, επερχόμενη φθορά της. Στο βαθμό μάλιστα που το νέο δάνειο από την τρόικα θα ελαττώσει τις πιέσεις των αγορών πάνω στην ελληνική οικονομία ίσως καταφέρει να παρατείνει τη θητεία της, αλλάζοντας τη δοσολογία και την ταχύτητα εφαρμογής των μέτρων του Μεσοπρόθεσμου αλλά και προωθώντας άλλα μέτρα θωράκισης του αστικού πολιτικού συστήματος. Σε κάθε περίπτωση πάντως η ίδια η σύνθεσή της συνιστά εκλογική ετοιμότητα, ώστε ανά πάσα στιγμή μια έγκαιρη προσφυγή στις κάλπες να απορροφήσει, για κάποιο διάστημα, τους κοινωνικούς κραδασμούς.
Η συμμαχία Παπανδρέου- Βενιζέλου είναι φανερή απόδειξη αυτής της διαπίστωσης. Η συμμαχία αυτή απέτρεψε μια άμεση κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, άφησε για το μετεκλογικό μέλλον τη λύση της συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ- Ν.Δ. και φαίνεται πως εξασφάλισε το χρόνο και την αναγκαία κοινοβουλευτική συσπείρωση στην κυβερνητική παράταξη ώστε να περάσει το μεσοπρόθεσμο- και πιθανά το νέο μνημόνιο- από τη Βουλή. Στόχος της κυβέρνησης- όπως γράψαμε σε προηγούμενα σημειώματα- είναι να δημιουργήσει το πλαίσιο των εκλογών: «Μεσοπρόθεσμο και νέο μνημόνιο για την σωτηρία της χώρας ή χρεοκοπία και καταστροφή». Με αυτό το πλαίσιο οι εκλογές είναι πολύ πιθανό να γίνουν το Φθινόπωρο. Όμως ο πρωθυπουργός έχει πιο μεγαλεπήβολα σχέδια.
Στις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης ο Γ. Παπανδρέου ανέφερε, πως πρόθεσή του είναι το Φθινόπωρο να προχωρήσει στη διενέργεια δημοψηφίσματος για τις επιδιωκόμενες αλλαγές στο πολιτικό σύστημα. Είπε συγκεκριμένα: «Έχω προτείνει στους αρχηγούς των κομμάτων και προτίθεμαι να δημιουργήσω μια Επιτροπή 20-25 προσωπικοτήτων, που θα εκπροσωπούν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, η οποία θα καταγράψει και θα επεξεργαστεί προτάσεις για τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα- προτάσεις από τους πολίτες, το διαδίκτυο και τους φορείς. Από τη λειτουργία της Βουλής, τον αριθμό των βουλευτών, την ευθύνη των υπουργών, τη χρηματοδότηση των κομμάτων, τη θητεία εκλεγμένων αξιωματούχων, το εκλογικό σύστημα, μέχρι τη Δικαιοσύνη και πολλά άλλα ακόμη, τα οποία θα παραδοθούν στην κυβέρνηση, για να τα επεξεργαστεί η αρμόδια Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και, αμέσως μετά, να πάμε σε δημοψήφισμα. Δηλαδή, το Φθινόπωρο, να πάμε σε δημοψήφισμα για τις μεγάλες αλλαγές σε αυτό τον τόπο».
Κανείς φυσικά δεν γνωρίζει αν η κυβέρνηση καταφέρει να φτάσει ως το σημείο αυτό, να διενεργήσει δηλαδή το δημοψήφισμα που θέλει και να προωθήσει τις επιδιωκόμενες αλλαγές στο πολιτικό σύστημα. Θα προσπαθήσει πάντως με αυτόν τον στόχο, το στόχο της αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος, να εκμεταλλευτεί- τώρα που είναι καιρός- τις καθυστερημένες πολιτικά συνειδήσεις των μαζών που αντιλαμβάνονται την κρίση και τα δεινά της αποκλειστικά ως ευθύνη των πολιτικών.
Κρίνοντας από τις παραπάνω διαπιστώσεις οφείλουμε να ομολογήσουμε πως η ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, στο κύριο άρθρο της, έχει κάπου δίκαιο όταν χαρακτηρίζει την ανασχηματισμένη κυβέρνηση Παπανδρέου «Ύστατη ευκαιρία». Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η νέα κυβέρνηση Παπανδρέου δεν δικαιούται να αποτύχει γιατί μαζί θα χρεοκοπήσει και η χώρα. Πρέπει να λειτουργήσει ως ενιαία κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης, να τολμήσει να κόψει δραστικά το λίπος του σπάταλου κράτους αντί να φορολογεί αδιακρίτως τους ιδιώτες και να προχωρήσει άμεσα συγκεκριμένα σχέδια που θα φέρουν ανάπτυξη και δουλειές. Η αποστολή της δεν θα είναι εύκολη. Οι εταίροι μας θέλουν όμως να βοηθήσουν την Ελλάδα ή μάλλον θέλουν να την αποτρέψουν από την αυτοκτονία. Πρόκειται προφανώς για την, πραγματικά, τελευταία ευκαιρία του κ. Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ να αλλάξουν ρότα, να διορθώσουν τα τραγικά λάθη της πρώτης θητείας και να αποφύγουν τη χρεοκοπία και το επακόλουθο κοινωνικό και πολιτικό χάος».
Ασφαλώς η νέα κυβέρνηση Παπανδρέου δεν είναι η ύστατη ευκαιρία για το σύστημα αν κρίνουμε από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το μαζικό κίνημα (το οργανωμένο και αυτό των πλατειών) και οι πολιτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να ηγηθούν των λαϊκών προσπαθειών. Μπορεί, όμως, η αποτυχία της να επιταχύνει ανέλπιστα τις κοινωνικές διεργασίες και τα προσδοκώμενα πολιτικά αποτελέσματα. Η επιτυχία της πάντως δεν θα είναι τίποτα λιγότερο από μια βαριά ήττα του λαϊκού παράγοντα με απροσδιόριστες συνέπειες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου